Χαρακτηριστικά έγραφε τα εξής: «Εάν ήθελε συμπέσει η εορτή του Ευαγγελισμού μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα, μέχρι την Μεγάλη Πέμπτη , συμψάλλεται με τις ακολουθίες του Νυμφίου˙ Μεγάλη Δευτέρα, Μεγάλη Τρίτη, Μεγάλη Τετάρτη και του Μυστικού Δείπνου την Μεγάλη Πέμπτη πρωί. Αν όμως συμπέσει την Μεγάλη Παρασκευή και το Μεγάλο Σαββάτο, εις μεν τους ενοριακούς ναούς μετατίθεται δια το Πάσχα, ίνα μη ψάλωσι, όπως λέγει τα χαρμόσυνα μετά των λυπητερών, εις δε τις μονές δεν μετατίθεται, προς τιμήν των κτητόρων και συμψάλλεται δίχα πανηγυρικής πομπής και καταλύσεως εδεσμάτων. Η περίπτωση αυτή την οποία διέσωζε το μηναίο του μηνός Μαρτίου σε παλαιοτέρα έκδοση δίνει κάποιο φως στην όλη υπόθεση αλλά δεν αναλύει τον τρόπο του συμψάλλειν τις δυο ακολουθίες. Αυτό με έκανε να αναζητήσω περισσότερο φως σε άλλες πηγές της τελετουργικής μας παραδόσεως έξω από την Κεφαλλονιά και σε τόπο που ισχύει το παλαιό ημερολόγιο, μια και η περίπτωση αυτή ίσχυε προ του έτους 1924 όταν όλη η ορθόδοξος εκκλησία επορεύετο σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο. Γι αυτό πήγα στο Άγιον Όρος. Εκεί άρχισα να ερευνώ και να μελετώ τα τυπικά των ιερών μονών και ιδιαιτέρως της Ιεράς μονής Διονυσίου, που Θεωρείται από τις μεγαλύτερες και με την οποία συνταυτίζεται τελετουργικά και η πλησίον κειμένη μονή του Αγίου Παύλου του Ξηροποταμηνού. Με την βοήθεια των πατέρων και την ευχή της Θεοτόκου βρήκα την περίπτωση που με απασχολούσε και μάλιστα διευκρινιστική και λεπτομερεστάτη όσον αφορά την τελετουργική διάταξη της περιπτώσεως που προαναφέραμε. Η περίπτωση αυτή είναι καταγεγραμμένη στο μεγάλο Διονυσιακό τυπικό στην 25η του μηνός Μαρτίου και στην 25η περίπτωση. Θα την αναφέρω όσο μπορώ συντομότερα προς γνώσιν και ενημέρωση όλων.
Λέγει λοιπόν το εξής: «Εάν τύχει η εορτή του Ευαγγελισμού τη Αγία και Μεγάλη Παρασκευή η ακολουθία ψάλλεται ούτως:
Το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης η θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, εις δε την τράπεζα καταλύωμεν οίνον και έλαιον. Το απόγευμα, αφού ψαλλεί το απόδειπνο και ενώ έχει προχωρήσει η ημέρα προς το βράδυ, αρχίζει ο Μέγας εσπερινός της εορτής του Ευαγγελισμού να ψάλλεται ως έχει μετά λιτής και ευλογίας άρτων. Στην ουσία ψάλλονται δυο εσπερινοί˙ ο ένας το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης με την Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου ως συνήθως και ο άλλος της εορτής του Ευαγγελισμού την Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ και πριν αρχίσει η ακολουθία των δώδεκα Ευαγγελίων. Περίπτωση πράγματι σπάνια και δυσκολοτάτη. Στο τέλος του δευτέρου εσπερινού, που είναι ο του Ευαγγελισμού αρχίζει ο όρθρος της εορτής να συμψάλλεται με τον όρθρο της Μεγάλης Παρασκευής που είναι η γνωστή σε όλους μας ακολουθία των Δώδεκα Ευαγγελίων ως εξής:
Μετά το «Θεός Κύριος…» και τα τροπάρια της εορτής και της ημέρας λέγεται το Α΄ Ευαγγέλιον (το της Διαθήκης). Κατόπιν ψάλλονται τα αντίφωνα και μεταξύ αυτών τα Ευαγγέλια των παθών κατά την τάξιν αυτών. Στο Ε΄ Ευαγγέλιο θα γίνει η περιφορά του Εσταυρωμένου. Αφού φθάσουμε στο Ζ΄ Ευαγγέλιο, μετά την ανάγνωση του, ψάλλεται ο πολυέλεος της εορτής και τα καθίσματα της εορτής και ευθύς αμέσως οι αναβαθμοί, το α΄ αντίφωνο του δ΄ ήχου «Εκ νεότητος μου…», το προκείμενον του Ευαγγελισμού και αμέσως αντί του Η΄ Ευαγγελίου το Ευαγγέλιο της εορτής του Ευαγγελισμού «Αναστάσα Μαριάμ…» ο πεντηκοστός ψαλμός και το στιχηρό ιδιόμελο. Μετά το «Σώσον ο Θεός τον λαόν σου…» λέγεται το Η΄ Ευαγγελίον και συνεχίζει η ακολουθία των παθών να συμψάλλεται μετά της εορτής του Ευαγγελισμού.
Όπως όμως φαίνεται η όλη ακολουθία κατά την ιδιότυπη τάξη αυτής θα τελειώσει με άλλο ένα Ευαγγέλιο επιπλέον το οποίο προσετέθει μεταξύ του Ζ΄ και του Η΄ Ευαγγελίου της σειράς των Δώδεκα και που δεν είναι άλλο από το Ευαγγέλιο της εορτής του Ευαγγελισμού. Έτσι μπορεί κανείς να βρει την λογική εξήγηση της προσθέσεως άλλου ενός Ευαγγελίου στην σειρά των Δώδεκα κατά την Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ όταν αυτά αναγιγνώσκονται και που δεν προέρχεται από λάθος αλλά από ακριβή τήρηση του μοναστηριακού τυπικού όταν συντρέχουν λόγοι τους οποίους προαναφέραμε.
Εκείνο το οποίο παραμένει ακόμη ανερμήνευτο είναι το πώς και διατί η περίπτωσις αυτή συνδέεται με την Κεφαλλονιά και μάλιστα σε τέτοιο μέγεθος που ρίζωσε στη συνείδηση των ανθρώπων αφού όχι μόνο λέγεται αλλά και τραγουδιέται σε πόλεις και χωριά του νησιού. Το γεγονός έχει την ερμηνεία του. Όπως γνωρίζουμε στη Κεφαλλονιά και ιδιαιτέρως στην επαρχία της Πάλλης υπάρχει ένα μοναστήρι Σταυροπήγιον Πατριαρχικόν που λέγεται «Κηπούρια» και τιμάται έπ’ ονόματι της Υπεραγίας Θεοτόκου της Ευαγγελιστρίας. Δηλαδή το καθολικό του εορτάζει στις 25 Μαρτίου. Η περίπτωση την οποία έχουμε μέχρι στιγμής αναλύσει έχει σχέση με το παλαιό ημερολόγιο και όχι με το νέο που ετέθη σε εφαρμογή κατά το έτος 1924 και εντεύθεν. Γι αυτό χρειάζεται παρενθετικά να πούμε λίγα λόγια για το ημερολόγιο τα οποία θα μας κατατοπίσουν περισσότερο. Προ του έτους 1924 σε όλο το ορθόδοξο χριστιανικό χώρο ίσχυε το Ιουλιανό ημερολόγιο το λεγόμενο «παλαιό» και μετά το έτος που αναφέραμε άρχισε να ισχύει το Γρηγοριανό ή «νέο» ημερολόγιο. Το Πάσχα κατά προσέγγιση ημέρας εορτάζετο από 22 Μαρτίου έως 22 Απριλίου ενώ με το Γρηγοριανό ημερολόγιο σήμερα κυμαίνεται μεταξύ 5 Απριλίου και 8 Μαΐου. Έτσι πρωιμότερο Πάσχα του αιώνος με το παλαιό είχαμε το 1915 Μαρτίου 22 και οψιμότερο το έτος 1918 Απριλίου 22 Με το νέο ημερολόγιο έχουμε πρωιμότερο το έτος 1953 Απριλίου 5 και οψιμότερο το έτος 1983 Μαΐου 8. Γι αυτό προηγουμένως ανέφερα ότι το Πάσχα συνέπιπτε με την εορτή του Ευαγγελισμού κατά την περίοδο του παλαιού ισχύοντος ημερολογίου επειδή σήμερα δεν υπάρχει περίπτωση να συμπέσει λόγω αλλαγής και διαφοράς δεκατριών ημερών. Άρα εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι κάποια χρονιά στην εποχή του παλαιού ημερολογίου το Πάσχα έτυχε να εορταστεί στις 27 Μαρτίου οπότε Μεγάλη Παρασκευή θα είχαμε 25 Μαρτίου. Έτσι όλα εξηγούνται λογικά και λειτουργικά.
Όπως στην αρχή της ομιλίας μου ανέφερα η εορτή του Ευαγγελισμού και αν ακόμη συμπέσει κατά την Μεγάλη Παρασκευή στους ενοριακούς ναούς ποτέ δεν ψάλλεται ως χαρμόσυνος εορτή μαζί με τα λυπητερά της Μεγάλης Παρασκευής αλλά μετατίθεται για το Πάσχα. Στη μονή των Κηπουραίων, η οποία την παλαιά εποχή ακολουθούσε τα μεγάλα αυτοδέσποτα τυπικά του Αγίου Όρους δεν θα πρεπε να μεταθέσει την εορτή γι αυτό η ακολουθία της εορτής συμψάλθηκε με την ακολουθία των Αγίων Παθών.
Ο κατά πάντα μελετημένος εφημέριος της μονής, γνωρίζοντας την περίπτωση από τυπικής πλευράς και θυμοσόφως ενεργήσας, πρόσθεσε στα Δώδεκα ευαγγέλια της Μεγάλης Πέμπτης και το της συμψαλλομένης ακολουθίας του όρθρου της εορτής του Ευαγγελισμού. Έτσι τα Ευαγγέλια από δώδεκα έγιναν δεκατρία. Ο λαός όμως της περιοχής που είχε συνηθίσει να ακούει μόνο δώδεκα Ευαγγέλια στην ακολουθία της Μεγάλης Πέμπτης βράδυ και μη γνωρίζοντας να εξηγήσει το εξεζητημένο της περιπτώσεως μέσα στη Λασκαράτειο προδιάθεση του να διακωμωδεί τα πάντα άρχισε ευκαίρως-ακαίρως να χαριτολογεί το γεγονός θεωρήσας την πράξη του ιερέως εκείνου έξυπνη μωρία διασώζοντας την μέσα στη γνωστή παροιμία «Κεφαλλονίτικος παπάς διαβάζει με σοφία, τα δώδεκα Ευαγγέλια τα βγάζει δεκατρία». Αργότερα δε την μελοποίησε με το μουσικό λαϊκό ιδίωμα και την έκανε Κεφαλλονίτικη καντάδα.
Πρέπει δε να υπογραμμίσω σε αυτό εδώ το σημείο ότι η μονή των Κηπουραίων από τον καιρό της ιδρύσεως της κατά το έτος 1759 μέχρι τους τελευταίους μεγάλους σεισμούς του έτους 1953 ήταν μεγάλο πνευματικό λίκνο και η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για την επαρχία της Πάλλης αλλά και για την Κεφαλλονιά γενικότερα. Πολυάριθμα πλήθη ανθρώπων κατά την περίοδο της Μεγάλης Εβδομάδας κατέκλυζαν τους χώρους του μοναστηριού ιδιαιτέρως όμως την Μεγάλη Πέμπτη για να εξομολογηθούν στους πνευματικούς γέροντες και να μεταλάβουν των αχράντων μυστηρίων. Πολλοί από αυτούς παρέμεναν την Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ και το εσπέρας της Μεγάλης Παρασκευής έφευγαν για τα σπίτια τους για να προετοιμάσουν την εορτή του Πάσχα.
Εκ των όσων γράψαμε μέχρι αυτή τη στιγμή βέβαιο είναι ότι ο παπάς της μονής των Κηπουραίων, ο οποίος ανέγνωσε τα δεκατρία Ευαγγέλια, πράγματι διάβαζε με σοφία διότι όπως είναι λογικό η μωρία δεν ανήκει στους Κεφαλλήνες κληρικούς οι οποίοι διέπρεψαν κατά το παρελθόν στη γνώση και στη σοφία της πατροπαραδότου πίστεως.
Αγαπητοί αναγνώστες όλα αυτά που ανέφερα νομίζω ότι είναι αρκετά για να σας σοφίσουν στο να κατανοήσετε την προέλευση και την ιστορικότητα του πασίγνωστου Κεφαλλονίτικου γνωμικού. Πιστεύω και εύχομαι ότι όσοι άλλοι ακούσουν και μάθουν την αλήθεια γύρω από το γεγονός της εκκλησιαστικής παροιμίας θα μακαρίζουν τον ιερέα που ως άριστος τελετουργός έδωσε υπόσταση στο γεγονός, εις δε τους απληροφόρητους ανθρώπους θα δίδουν την εξήγηση σύμφωνα με το αρχαίο ρητό «ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα». Ευχαριστώ.
Βιβλιογραφία:
· Ηθική και θρησκευτική εγκυκλοπαιδεία, τόμος 11.
· Κεφαλλονίτικα γνωμικά, Δημητρίου Λουκάτου, Αθήνα 1952.
· Μεγάλο τυπικό Ιεράς Μονής Διονυσίου, Άγιον Όρος.
· Μεγάλο τυπικό της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, Γ. Βιολάκη.
Λέγει λοιπόν το εξής: «Εάν τύχει η εορτή του Ευαγγελισμού τη Αγία και Μεγάλη Παρασκευή η ακολουθία ψάλλεται ούτως:
Το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης η θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, εις δε την τράπεζα καταλύωμεν οίνον και έλαιον. Το απόγευμα, αφού ψαλλεί το απόδειπνο και ενώ έχει προχωρήσει η ημέρα προς το βράδυ, αρχίζει ο Μέγας εσπερινός της εορτής του Ευαγγελισμού να ψάλλεται ως έχει μετά λιτής και ευλογίας άρτων. Στην ουσία ψάλλονται δυο εσπερινοί˙ ο ένας το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης με την Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου ως συνήθως και ο άλλος της εορτής του Ευαγγελισμού την Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ και πριν αρχίσει η ακολουθία των δώδεκα Ευαγγελίων. Περίπτωση πράγματι σπάνια και δυσκολοτάτη. Στο τέλος του δευτέρου εσπερινού, που είναι ο του Ευαγγελισμού αρχίζει ο όρθρος της εορτής να συμψάλλεται με τον όρθρο της Μεγάλης Παρασκευής που είναι η γνωστή σε όλους μας ακολουθία των Δώδεκα Ευαγγελίων ως εξής:
Μετά το «Θεός Κύριος…» και τα τροπάρια της εορτής και της ημέρας λέγεται το Α΄ Ευαγγέλιον (το της Διαθήκης). Κατόπιν ψάλλονται τα αντίφωνα και μεταξύ αυτών τα Ευαγγέλια των παθών κατά την τάξιν αυτών. Στο Ε΄ Ευαγγέλιο θα γίνει η περιφορά του Εσταυρωμένου. Αφού φθάσουμε στο Ζ΄ Ευαγγέλιο, μετά την ανάγνωση του, ψάλλεται ο πολυέλεος της εορτής και τα καθίσματα της εορτής και ευθύς αμέσως οι αναβαθμοί, το α΄ αντίφωνο του δ΄ ήχου «Εκ νεότητος μου…», το προκείμενον του Ευαγγελισμού και αμέσως αντί του Η΄ Ευαγγελίου το Ευαγγέλιο της εορτής του Ευαγγελισμού «Αναστάσα Μαριάμ…» ο πεντηκοστός ψαλμός και το στιχηρό ιδιόμελο. Μετά το «Σώσον ο Θεός τον λαόν σου…» λέγεται το Η΄ Ευαγγελίον και συνεχίζει η ακολουθία των παθών να συμψάλλεται μετά της εορτής του Ευαγγελισμού.
Όπως όμως φαίνεται η όλη ακολουθία κατά την ιδιότυπη τάξη αυτής θα τελειώσει με άλλο ένα Ευαγγέλιο επιπλέον το οποίο προσετέθει μεταξύ του Ζ΄ και του Η΄ Ευαγγελίου της σειράς των Δώδεκα και που δεν είναι άλλο από το Ευαγγέλιο της εορτής του Ευαγγελισμού. Έτσι μπορεί κανείς να βρει την λογική εξήγηση της προσθέσεως άλλου ενός Ευαγγελίου στην σειρά των Δώδεκα κατά την Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ όταν αυτά αναγιγνώσκονται και που δεν προέρχεται από λάθος αλλά από ακριβή τήρηση του μοναστηριακού τυπικού όταν συντρέχουν λόγοι τους οποίους προαναφέραμε.
Εκείνο το οποίο παραμένει ακόμη ανερμήνευτο είναι το πώς και διατί η περίπτωσις αυτή συνδέεται με την Κεφαλλονιά και μάλιστα σε τέτοιο μέγεθος που ρίζωσε στη συνείδηση των ανθρώπων αφού όχι μόνο λέγεται αλλά και τραγουδιέται σε πόλεις και χωριά του νησιού. Το γεγονός έχει την ερμηνεία του. Όπως γνωρίζουμε στη Κεφαλλονιά και ιδιαιτέρως στην επαρχία της Πάλλης υπάρχει ένα μοναστήρι Σταυροπήγιον Πατριαρχικόν που λέγεται «Κηπούρια» και τιμάται έπ’ ονόματι της Υπεραγίας Θεοτόκου της Ευαγγελιστρίας. Δηλαδή το καθολικό του εορτάζει στις 25 Μαρτίου. Η περίπτωση την οποία έχουμε μέχρι στιγμής αναλύσει έχει σχέση με το παλαιό ημερολόγιο και όχι με το νέο που ετέθη σε εφαρμογή κατά το έτος 1924 και εντεύθεν. Γι αυτό χρειάζεται παρενθετικά να πούμε λίγα λόγια για το ημερολόγιο τα οποία θα μας κατατοπίσουν περισσότερο. Προ του έτους 1924 σε όλο το ορθόδοξο χριστιανικό χώρο ίσχυε το Ιουλιανό ημερολόγιο το λεγόμενο «παλαιό» και μετά το έτος που αναφέραμε άρχισε να ισχύει το Γρηγοριανό ή «νέο» ημερολόγιο. Το Πάσχα κατά προσέγγιση ημέρας εορτάζετο από 22 Μαρτίου έως 22 Απριλίου ενώ με το Γρηγοριανό ημερολόγιο σήμερα κυμαίνεται μεταξύ 5 Απριλίου και 8 Μαΐου. Έτσι πρωιμότερο Πάσχα του αιώνος με το παλαιό είχαμε το 1915 Μαρτίου 22 και οψιμότερο το έτος 1918 Απριλίου 22 Με το νέο ημερολόγιο έχουμε πρωιμότερο το έτος 1953 Απριλίου 5 και οψιμότερο το έτος 1983 Μαΐου 8. Γι αυτό προηγουμένως ανέφερα ότι το Πάσχα συνέπιπτε με την εορτή του Ευαγγελισμού κατά την περίοδο του παλαιού ισχύοντος ημερολογίου επειδή σήμερα δεν υπάρχει περίπτωση να συμπέσει λόγω αλλαγής και διαφοράς δεκατριών ημερών. Άρα εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι κάποια χρονιά στην εποχή του παλαιού ημερολογίου το Πάσχα έτυχε να εορταστεί στις 27 Μαρτίου οπότε Μεγάλη Παρασκευή θα είχαμε 25 Μαρτίου. Έτσι όλα εξηγούνται λογικά και λειτουργικά.
Όπως στην αρχή της ομιλίας μου ανέφερα η εορτή του Ευαγγελισμού και αν ακόμη συμπέσει κατά την Μεγάλη Παρασκευή στους ενοριακούς ναούς ποτέ δεν ψάλλεται ως χαρμόσυνος εορτή μαζί με τα λυπητερά της Μεγάλης Παρασκευής αλλά μετατίθεται για το Πάσχα. Στη μονή των Κηπουραίων, η οποία την παλαιά εποχή ακολουθούσε τα μεγάλα αυτοδέσποτα τυπικά του Αγίου Όρους δεν θα πρεπε να μεταθέσει την εορτή γι αυτό η ακολουθία της εορτής συμψάλθηκε με την ακολουθία των Αγίων Παθών.
Ο κατά πάντα μελετημένος εφημέριος της μονής, γνωρίζοντας την περίπτωση από τυπικής πλευράς και θυμοσόφως ενεργήσας, πρόσθεσε στα Δώδεκα ευαγγέλια της Μεγάλης Πέμπτης και το της συμψαλλομένης ακολουθίας του όρθρου της εορτής του Ευαγγελισμού. Έτσι τα Ευαγγέλια από δώδεκα έγιναν δεκατρία. Ο λαός όμως της περιοχής που είχε συνηθίσει να ακούει μόνο δώδεκα Ευαγγέλια στην ακολουθία της Μεγάλης Πέμπτης βράδυ και μη γνωρίζοντας να εξηγήσει το εξεζητημένο της περιπτώσεως μέσα στη Λασκαράτειο προδιάθεση του να διακωμωδεί τα πάντα άρχισε ευκαίρως-ακαίρως να χαριτολογεί το γεγονός θεωρήσας την πράξη του ιερέως εκείνου έξυπνη μωρία διασώζοντας την μέσα στη γνωστή παροιμία «Κεφαλλονίτικος παπάς διαβάζει με σοφία, τα δώδεκα Ευαγγέλια τα βγάζει δεκατρία». Αργότερα δε την μελοποίησε με το μουσικό λαϊκό ιδίωμα και την έκανε Κεφαλλονίτικη καντάδα.
Πρέπει δε να υπογραμμίσω σε αυτό εδώ το σημείο ότι η μονή των Κηπουραίων από τον καιρό της ιδρύσεως της κατά το έτος 1759 μέχρι τους τελευταίους μεγάλους σεισμούς του έτους 1953 ήταν μεγάλο πνευματικό λίκνο και η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για την επαρχία της Πάλλης αλλά και για την Κεφαλλονιά γενικότερα. Πολυάριθμα πλήθη ανθρώπων κατά την περίοδο της Μεγάλης Εβδομάδας κατέκλυζαν τους χώρους του μοναστηριού ιδιαιτέρως όμως την Μεγάλη Πέμπτη για να εξομολογηθούν στους πνευματικούς γέροντες και να μεταλάβουν των αχράντων μυστηρίων. Πολλοί από αυτούς παρέμεναν την Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ και το εσπέρας της Μεγάλης Παρασκευής έφευγαν για τα σπίτια τους για να προετοιμάσουν την εορτή του Πάσχα.
Εκ των όσων γράψαμε μέχρι αυτή τη στιγμή βέβαιο είναι ότι ο παπάς της μονής των Κηπουραίων, ο οποίος ανέγνωσε τα δεκατρία Ευαγγέλια, πράγματι διάβαζε με σοφία διότι όπως είναι λογικό η μωρία δεν ανήκει στους Κεφαλλήνες κληρικούς οι οποίοι διέπρεψαν κατά το παρελθόν στη γνώση και στη σοφία της πατροπαραδότου πίστεως.
Αγαπητοί αναγνώστες όλα αυτά που ανέφερα νομίζω ότι είναι αρκετά για να σας σοφίσουν στο να κατανοήσετε την προέλευση και την ιστορικότητα του πασίγνωστου Κεφαλλονίτικου γνωμικού. Πιστεύω και εύχομαι ότι όσοι άλλοι ακούσουν και μάθουν την αλήθεια γύρω από το γεγονός της εκκλησιαστικής παροιμίας θα μακαρίζουν τον ιερέα που ως άριστος τελετουργός έδωσε υπόσταση στο γεγονός, εις δε τους απληροφόρητους ανθρώπους θα δίδουν την εξήγηση σύμφωνα με το αρχαίο ρητό «ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα». Ευχαριστώ.
Βιβλιογραφία:
· Ηθική και θρησκευτική εγκυκλοπαιδεία, τόμος 11.
· Κεφαλλονίτικα γνωμικά, Δημητρίου Λουκάτου, Αθήνα 1952.
· Μεγάλο τυπικό Ιεράς Μονής Διονυσίου, Άγιον Όρος.
· Μεγάλο τυπικό της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, Γ. Βιολάκη.